παλινδρομήσεις

παλινδρομήσεις
παλινδρόμησις
fem nom/voc pl (attic epic)
παλινδρόμησις
fem nom/acc pl (attic)
παλινδρομέω
run back again
aor subj act 2nd sg (epic)
παλινδρομέω
run back again
fut ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

  • Φανερωμένη — I Όνομα μικρών νησιών. 1. Νησί του Κεραμεικού κόλπου κοντά στη νότια πλευρά της χερσονήσου της Δωρίδας. Οι Τούρκοι το ονομάζουν Αγιάκ Αντά. 2. Νησί στην άκρη της χερσονήσου των Ερυθρών, κοντά στις μικρασιατικές ακτές. Οι Τούρκοι το ονομάζουν… …   Dictionary of Greek

  • αμόνι — Εργαλείο που χρησιμοποιεί ο σιδηρουργός, ικανό να αντέχει στις κρούσεις της σφύρας. Πάνω σε αυτό τοποθετείται το μεταλλικό υλικό (σίδερο, χαλκός, κράματα κλπ.), που έχει πυρωθεί στην κατάλληλη θερμοκρασία και σφυροκοπείται για να πάρει το… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • κριτική — Η νοητική ενέργεια του χαρακτηρισμού και της εκλογής και, γενικά, της κρίσης. Κοινή σε όλους τους ανθρώπους ως πρωταρχική ιδιότητα της νόησης, η κ. ασκείται σε κάθε αντικείμενο της γνώσης και, μεταξύ άλλων, στην τεχνική και στα προϊόντα των… …   Dictionary of Greek

  • Ρεμίζοφ, Αλεξέι Μιχαήλοβιτς — (Μόσχα 1877 – Παρίσι 1957). Ρώσος συγγραφέας. Αφού σπούδασε φυσιογνωστικές επιστήμες, φιλοσοφία, οικονομία, ακόμα και παλαιογραφία, δημοσίευσε από το 1908 έως το 1920 πάνω από 30 τόμους με διηγήματα, μυθιστορήματα, μύθους και διασκευές. Με το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”